Η κυβέρνηση της Πολωνίας επεκτείνει ένα δημοφιλές πρόγραμμα που προσφέρει επιδοτήσεις σε νοικοκυριά για επενδύσεις σε συστήματα πράσινης ενέργειας. Το διαθέσιμο χρηματικό ποσό ανά έργο σχεδόν θα διπλασιαστεί ενώ οι καινοτόμες τεχνολογίες θα επεκταθούν σε τέτοιο βαθμό ώστε να περιλαμβάνουν αντλίες θερμότητας και ηλιακούς θερμικούς συλλέκτες.

Από το 2019, το πρόγραμμα “Mój Prąd” (που σημαίνει η ηλεκτρική μου ενέργεια) προσφέρει επιδοτήσεις για ηλιακούς συλλέκτες, οδηγώντας σε τεράστια αύξηση των εγκαταστάσεων σε όλη την Πολωνία. Με την εισβολή της Ρωσίας στην γειτονική χώρα να προκαλεί σοβαρά προβλήματα στο ενεργειακό δυναμικό της Πολωνίας, το πρόγραμμα επεκτάθηκε πέρυσι για να συμπεριλάβει και την αποθήκευση ενέργειας στο σπίτι. Μιας και ο προϋπολογισμός των 240 εκατομμυρίων ζλότι (51 εκατ. ευρώ) που προοριζόταν για την προηγούμενη έκδοση του προγράμματος εξαντλήθηκε νωρίτερα από ό,τι είχε προγραμματιστεί (κυρίως λόγω υψηλής απορρόφησης), η υπουργός Κλίματος και Περιβάλλοντος, Anna Moskwa, ανακοίνωσε περαιτέρω παράταση, η οποία θα τεθεί σε λειτουργία τον επόμενο μήνα.

Το πρόγραμμα θα επιτρέψει τη μέγιστη χρηματοδότηση ανά αίτηση 58.000 ζλότι (12.322 €), έναντι 31.000 ζλότι που ήταν προηγουμένως. Θα περιλαμβάνει επίσης χρηματοδότηση για ηλιακούς θερμικούς συλλέκτες και αντλίες θερμότητας. Το υπουργείο δεν έχει δώσει ακόμη λεπτομέρειες σχετικά με τα μέγιστα επίπεδα χρηματοδότησης για κάθε τύπο τεχνολογίας. Όμως με βάση την προηγούμενη έκδοση του προγράμματος, η υψηλότερη επιδότηση για φωτοβολταϊκές εγκαταστάσεις έφτανε τα 6.000 ζλότι, ενώ για αποθήκευση ενέργειας τα 16.000 ζλότι. Σημειώνεται ότι η κυβέρνηση υπολόγισε τον περασμένο Νοέμβριο ότι το πρόγραμμα είχε μειώσει τις εκπομπές CO2 κατά 1,9 δισεκατομμύρια κιλά ετησίως.

Πέρυσι η Πολωνία παρήγαγε μέσω των φωτοβολταϊκών περίπου το 10% της ηλεκτρικής ενεργείας σε όλη τη χώρα, ξεπερνώντας σε μεγάλο βαθμό τις επιδόσεις της προηγούμενης δεκαετίας, όπου η παραγωγή έφτανε μόλις το 1%. Ωστόσο, ο άνθρακας εξακολουθεί να αντιπροσωπεύει περίπου το 70% της ηλεκτροπαραγωγής, μακράν το υψηλότερο ποσοστό στην ΕΕ.

Μάρκος Μαυρίδης