
Η Legnica (Λεγκνίτσα) είναι μία αρχαία πόλη στην νοτιοδυτική Πολωνία, στην Dolny Śląsk (Κάτω Σιλεσία), που βρίσκεται 60 χιλιόμετρα μακριά από την πρωτεύουσα της περιοχής, το Wrocław (Βρότσουαφ).
Η πρώτη φορά που έχουμε μαρτυρίες για την ύπαρξη αυτού του Σλαβικού οικισμού είναι από τον 8ο αιώνα και θεωρείται ότι ο χαρακτήρας του ήταν αμυντικός. ‘Ομως το όνομα της πόλης εμφανίστηκε μόλις το 1149 στο έγγραφο του πρίγκιπα Bolesław IV Kędzierzawy (Μπολέσλαφ Δ’ o Σγουρoμάλλης) από την δυναστεία Piast (Πιάστ). Η Legnica έπαιξε ρόλο στις διεθνείς σχέσεις το 1241, όταν ο πρίγκιπας Henryk II Pobożny (Χένρικ Β’ ο Ευσεβής) προσπάθησε να προστατέψει την πόλη από την εισβολή των Μογγόλων. Ο πρίγκιπας έχασε τη μάχη, αποκεφαλίστηκε από τους Μογγόλους και στη συνέχεια αναγνωρίστηκε η σορός του εξαιτίας του ότι είχε έξι δάχτυλα στο αριστερό του πόδι. Θεωρείται ότι οι Μογγόλοι δεν σκόπευαν να κατακτήσουν την Κάτω Σιλεσία, αλλά προσπάθησαν να απειλήσουν τον πρίγκιπα ώστε να παραδώσει την πόλη. Ο Χένρικ Β’, όμως, τους αντιμετώπισε, οπότε οι Μογγόλοι, τελικά, δεν μπήκαν στην πόλη, αλλά προχώρησαν στον πρώτο στόχο τους – την Ουγγαρία. Τον 14ο αιώνα ο βασιλιάς της Πολωνίας ο Kazimierz Wielki (Καζίμιεζ ο Μέγας) έχασε όλη την Κάτω Σιλεσία και μετά από 700 χρόνια υπό την διακυβέρνηση των Τσέχων και των Γερμανών η περιοχή επέστρεψε στην Πολωνία το 1945.

Στη Legnica παρέμειναν άθικτα πολλά μνημεία από τη μακρά ιστορία της. Πολλά ιστορικά κτίρια επιβίωσαν αρκετές φωτιές, πολέμους και ανακαινίσεις και γι’ αυτό σήμερα χαρακτηρίζονται από το πάντρεμα διαφορετικών στυλ από διαφορετικές εποχές. Τρία από αυτά ειδικά σχετίζονται με την ιστορία των πριγκίπων της πόλης.

Το πιο σημαντικό είναι το Zamek Piastowski (Κάστρο των Πιάστ) που χτίστηκε τον 12ο αιώνα στη θέση του ξύλινου οχυρού. Το κάστρο ήταν ένα από τα πρώτα κάστρα από τούβλα στην Ευρώπη και ανήκε στα μεγαλύτερα φρούρια κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα. Από εκείνη την εποχή διατηρούνται οι δυο γοτθικοί πύργοι του κάστρου, το σχέδιο και η δομή του παλατιού του πρίγκιπα (το περίγραμμα και οι τοίχοι είναι μεταγενέστερη προσθήκη) και ένας μόνο τοίχος που διασώθηκε από το ρωμαϊκό παρεκκλήσι. Στο τέλος του Μεσαίωνα έγινε ανακαίνιση της αίθουσας της Αγίας Jadwiga (Γιαντβίγκα) της Κάτω Σιλεσίας από τον 12ο αιώνα η οποία ονομάζεται ‘η πράσινη αίθουσα’, επειδή διακοσμήθηκε από μία τοιχογραφία φυτών. Στο κάστρο διασώζεται επίσης η πανέμορφη πύλη του, η οποία είναι το πρώτο μνημείο από την περίοδο της Αναγέννησης στην Legnica. Στις περιόδους που ακολούθησαν, το κάστρο καταστράφηκε πολλές φορές από τις φωτιές και σήμερα χαρακτηρίζεται κυρίως από τη νεογοτθική μορφή του. Το κάστρο λειτουργεί επίσης ως χώρος εκπαίδευσης. Οι τουρίστες μπορούν να επισκεφθούν το κάστρο τις ώρες που τα γραφεία εκπαίδευσης μέσα το κάστρο είναι ανοικτά.

Ο πιο αρχαίος ναός στην Legnica είναι ο Kościół Marii Panny (η Εκκλησία της Μαρίας Δέσποινας). Ο μύθος λέει ότι η κατασκευή της άρχισε τη μέρα της γέννησης του Χένρικ Β’, ο οποίο γεννήθηκε περίπου μεταξύ του 1196 και του 1207. Στην πραγματικότητα, όμως, η ύπαρξή του αναφέρθηκε το 1195. Σύμφωνα με τον Jan Długosz (Ιάν Δλούγος) – έναν από τους πιο σημαντικούς Πολωνούς χρονικογράφους – ο Χένρικ Β’ προσευχήθηκε εκεί το 1241 μια μέρα πριν από τη μάχη με τους Μογγόλους. Την επόμενη μέρα, όταν έφευγε με τον στρατό του από την πόλη, όπως αναφέρει ο χρονικογράφος, “από τον πύργο της εκκλησίας (…) έπεσε μια πέτρα και χτύπησε το έδαφος δίπλα στον πρίγκιπα, ο οποίος ίππευε μέσα στην όμορφη πανοπλία του, και παραλίγο να του σπάσει το κεφάλι”. Το περιστατικό αυτό ερμηνεύτηκε ως οιωνός και ως σημάδι ήττας. Η εκκλησία κάηκε αρκετές φορές και γι’ αυτό μαζί με τους μεσαιωνικούς τοίχους της, συνυπάρχουν το ‘μαυριτανικό’, πολύχρωμο και γεωμετρικό στυλ του εσωτερικού της, η νεογοτθική Αγία Τράπεζα, οι γοτθικοί και μπαρόκ πίνακες, όπως επίσης και τα βιτρό από την αρχή του 20ου αιώνα, τα οποία παρουσιάζουν τα σημαντικότερα γεγονότα από την ιστορία της πόλης και της Μεταρρύθμισης, επειδή από το 1522 ως τώρα η Εκκλησία της Μαρίας Δέσποινας είναι ένας Ευαγγελικός ναός.

Το Mauzoleum Piastowskie (Μαυσωλείο των Πιάστ), που κατασκευαζόταν από το 1677 έως το 1679, βρίσκεται στην μπαρόκ Εκκλησία św. Jana (του Ιωάννη του Βαπτιστή). Είναι ένα από τα πιο σημαντικά μνημεία της εποχής που συνδυάζει όλους τους κλάδους της τέχνης σε ένα ολοκληρωμένο έργο: αρχιτεκτονικό, γλυπτικό και ζωγραφικό. Ο τελευταίος ηγεμόνας στην ιστορία της δυναστείας των Σιλεσιανών Πιάστ ήταν ο Jerzy Wilhelm (Γιώργος βίλχελμ), που ήταν μόνο 15 χρονών όταν πέθανε. Η πριγκίπισσα Ludwika (Λουντβίκα), η μητέρα του, είχε συναίσθηση των πολιτικών συνεπειών του θανάτου του και της ιστορικής σημασίας της δυναστείας, οπότε αποφάσισε να χρηματοδοτήσει το οικογενειακό μαυσωλείο, που θα ήταν επίσης το μνημείο των Πιάστ της Σιλεσίας. Οι πίνακες, οι διακοσμητικές σαρκοφάγοι, τα τέσσερα αλάβαστρα αγάλματα δείχνουν την περιουσία και το τραγικό τέλος της οικογένειας.

Ανάμεσα στα έργα τέχνης, τα οποία συμβολίζουν το θέμα του θανάτου και της αναπόφευκτης μοίρας, διακρίνεται το κεντρικό σημείο του τρούλου που, στην πανέμορφη τοιχογραφία, ο Ήλιος ο θεός σταματάει το άρμα του μπροστά στον αστερισμό του Καρκίνου.
Το νόημα της αλληγορίας εξηγείται από τη λατινική επιγραφή που λέει:
Τα σπίτια των βασιλέων πέφτουν, τα αστέρια γίνονται σκόνη – παρατηρείς με δέος – ακόμα και η τροχιά του ήλιου έχει τέλος.
Όπως και αυτό το άρθρο για την Legnica, την πόλη των ανεξάρτητων πριγκίπων.
Paulina Sokulska